Κορέα: Ο πόλεμος που κράτησε 65 χρόνια και η ελληνική εμπλοκή
Η σύρραξη που αποτέλεσε την πρώτη πράξη του ψυχρού πολέμου και συνεχίστηκε μετά τη λήξη του
Στην μακραίωνη ιστορία της, η Χερσόνησος της Κορέας, που βρίσκεται ανατολικά της Κίνας και βορειοδυτικά της Ιαπωνίας, αποτέλεσε το μήλο της έριδας μεταξύ των δύο αυτών μεγάλων δυνάμεων της περιοχής. Το 1895, η Κορέα απέκτησε την ανεξαρτησία της από την Κίνα, αλλά στις αρχές του 20ου αιώνα Ρωσία και Ιαπωνία ενεπλάκησαν σε ένα αιματηρό πόλεμο (Ρωσο-Ιαπωνικός Πόλεμος 1904-1905) για τη διεκδίκησή της. Οι Ιάπωνες επικράτησαν και με τη Συνθήκη του Πόρτσμουθ (5 Σεπτεμβρίου 1905) κατόρθωσαν να θέσουν υπό την κυριαρχία τους την Κορέα.
Η Συνδιάσκεψη της Γιάλτας (4-11 Φεβρουαρίου 1945) αποτέλεσε κομβικό σημείο στην ιστορία της χώρας. Σοβιετική Ένωση και ΗΠΑ ως σύμμαχοι και νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αποφάσισαν να αναλάβουν τις τύχες της Κορέας από την ηττημένη Ιαπωνία.
Η χερσόνησος χωρίστηκε τεχνητά στον 38ο Παράλληλο και δημιουργήθηκαν δύο κράτη: Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας ή Βόρεια Κορέα με ηγέτη τον κομμουνιστή Κιμ Ιλ Σουνγκ και η Δημοκρατία της Κορέας ή Νότια Κορέα με επικεφαλής τον αυταρχικό δεξιό Σίνγκμαν Ρι.
Στην πορεία του χρόνου τα δύο κράτη, που εκπροσωπούσαν δύο διαφορετικούς κόσμους, επιζητούσαν την επανένωση της Κορέας το καθένα προς όφελός του. Η Σοβιετική Ένωση είχε καταστήσει πανίσχυρο τον βορεοκορεατικό στρατό με σύγχρονα άρματα μάχης και αεροπλάνα, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν παραμελήσει σημαντικά τον στρατό των Νοτιοκορεατών.
Η Σύρραξη
Στις 4 π.μ. της 25ης Ιουνίου 1950 ο βορειοκορεατικός στρατός πέρασε τη μεθόριο του 38ου παραλλήλου από 11 σημεία, αιφνιδιάζοντας πλήρως Νοτιοκορεάτες και Αμερικανούς. Μέσα σε τρεις μέρες, τα στρατεύματα του Κιμ Ιλ Σουγκ είχαν καταλάβει τη Σεούλ και σχεδόν όλο το νοτιοκορεατικό έδαφος, με εξαίρεση την περιοχή γύρω από το λιμάνι του Πουσάν στα ανατολικά της χώρας.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επελήφθη αμέσως της υποθέσεως και διέταξε την κατάπαυση του πυρός και την απόσυρση των δυνάμεων της Βόρειας Κορέας στον 38ο παράλληλο. Με αμερικανική παρέμβαση, κάλεσε τα κράτη - μέλη του Οργανισμού να στείλουν στρατιωτική βοήθεια στη Νότιο Κορέα. Η Σοβιετική Ένωση έχασε την ευκαιρία να θέσει βέτο, αφού εκείνη την περίοδο απείχε από τις εργασίες του Οργανισμού.
Δεκαπέντε κράτη ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του ΟΗΕ και έστειλαν δυνάμεις τους στη Νότιο Κορέα για την απόκρουση της «ερυθράς απειλής» (Ελλάδα, Αυστραλία, Βέλγιο, Καναδάς, Κολομβία, Αιθιοπία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νέα Ζηλανδία, Φιλιππίνες, Νότιος Αφρική, Ταϊλάνδη, Τουρκία, Μεγάλη Βρετανία και ΗΠΑ). Πέντε αρκέστηκαν στην παροχή ιατρικού και υγειονομικού υλικού (Δανία, Ιταλία, Σουηδία, Νορβηγία, Ινδία), ενώ η γειτονική Ιαπωνία παρείχε στρατιωτικές διευκολύνσεις στις αμερικανικές δυνάμεις, που στάθμευαν στο έδαφός της.
Οι Αμερικανοί επενέβησαν πρώτοι με τις δυνάμεις τους που στάθμευαν στην Ιαπωνία. Το γενικό πρόσταγμα είχε ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ.
Η Ελλάδα στον πόλεμο της Κορέας
Το εκστρατευτικό σώμα της χώρας μας αποτελείτο από ένα τάγμα πεζικού αυξημένης δύναμης, ένα σμήνος μεταγωγικών αεροπλάνων και μικρά βοηθητικά κλιμάκια, συνολικής δύναμης 1263 ανδρών.
Η απόφαση για τη συμμετοχή ελληνικών δυνάμεων ήταν απόρροια διάφορων παραγόντων, μεταξύ των οποίων και η επιθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να εκδηλώσει την υποστήριξή της σε μια στρατιωτική επιχείρηση του Ο.Η.Ε. που αποσκοπούσε στην κατοχύρωση της συλλογικής ασφάλειας και της ακεραιότητας ενός κράτους-μέλους (της Νότιας Κορέας).
Ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η Ελλάδα θεωρούσε ότι αντιμετώπιζε προβλήματα ασφάλειας και ότι ήταν προς το συμφέρον της να ενισχύσει τη διαδικασία της αντίδρασης, μέσω του Ο.Η.Ε., απέναντι σε μια ενδεχόμενη απρόκλητη επίθεση. Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα και Σοφοκλή Βενιζέλου είχε ήδη ζητήσει την ένταξη στο Ν.Α.Τ.Ο., αλλά το αίτημα είχε αρχικά απορριφθεί από τους Αμερικανούς, με την αιτιολογία ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν απαραίτητο για την άμυνα του Δυτικού κόσμου.
Έτσι, η συμμετοχή ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων θα αποτελούσε απόδειξη της αναγκαιότητας να ενταχθεί η Ελλάδα στον πυρήνα των χωρών της Δύσης, τις οποίες αντιπροσώπευε εκείνη την εποχή το Ν.Α.Τ.Ο. Η αποστολή ελληνικού τμήματος στην Κορέα προκάλεσε πληθώρα αντιδράσεων. Το ελληνικό σμήνος μετέβη στο θέατρο των επιχειρήσεων στις 3 Δεκεμβρίου του 1950, ενώ 6 μέρες αργότερα, στις 9 Δεκεμβρίου, το ελληνικό τάγμα αποβιβάστηκε στο λιμάνι του Πουσάν στην Νότια Κορέα, προκειμένου να ενταχθεί στο 7ο Σύνταγμα Ιππικού της Αμερικανικής Μεραρχίας.
Από τις 18 Δεκεμβρίου 1950 και μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 1953 το ελληνικό τάγμα διεξήγαγε σημαντικές αμυντικές και επιθετικές επιχειρήσεις, εντεταγμένες στα γενικότερα συμμαχικά σχέδια. Πολλές συγκρούσεις, στις οποίες συμμετείχε το Εκστρατευτικό Σώμα της Ελλάδος, υπήρξαν ιδιαίτερα σκληρές και αιματηρές, διεξήχθησαν σε απομακρυσμένες από την Ελλάδα περιοχές, κάτω από ιδιόμορφες κλιματολογικές συνθήκες και απέναντι σε πολυπληθέστερο εχθρό.
Από το φθινόπωρο του 1953 το ΕΚ.Σ.Ε. αποτελούσε Σύνταγμα, το οποίο εντάχθηκε στην 3η αμερικανική Μεραρχία και εγκαταστάθηκε στην αμυντική τοποθεσία Τσορβόν. Στις 10 Μαρτίου 1955 περιορίστηκε και πάλι σε τάγμα, ενώ σταδιακά ξεκίνησε ο επαναπατρισμός του στρατεύματος που ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 1955.
Ο Πόλεμος της Κορέας χωρίζεται σε τέσσερις περιόδους:
- 25 Ιουνίου - 15 Σεπτεμβρίου 1950: Χαρακτηρίζεται από την Βορειοκορεατική προέλαση και τις ανασχετικές κινήσεις Νοτιοκορεατών και Αμερικανών.
- 16 Σεπτεμβρίου - 25 Νοεμβρίου 1950: Στις 16 Σεπτεμβρίου 1950, οι Αμερικανοί αποβιβάζουν ένα ολόκληρο σώμα στρατού στο Ίντσον, στα νώτα των βορειοκορεατικών δυνάμεων και τις αποκόπτουν.
Η Σεούλ επανακαταλαμβάνεται στις 26 Σεπτεμβρίου 1950 και επιτυγχάνεται η σύνδεση με τις δυνάμεις του Πουσάν. Γρήγορα, οι Βορειοκορεάτες υποχωρούν στον 38ο παράλληλο.
Οι Αμερικανοί τους καταδιώκουν και εισέρχονται στο έδαφός τους, με στόχο τώρα την επανένωση της Κορέας προς όφελός τους. Ο Μακάρθουρ είχε εντολή από τον Πρόεδρο Τρούμαν να μην επιχειρήσει κατά της γειτονικής Κίνας και να παραμείνει αυστηρά εντός του κορεατικού εδάφους.
- 26 Νοεμβρίου 1950 - 10 Ιανουαρίου 1951: Στον πόλεμο μπαίνουν και οι Κινέζοι, που ενισχύουν με 189.000 άνδρες τον Βορειοκορεατικό Στρατό. Εξοντώνουν μια αμερικανική μεραρχία και αναγκάζουν τους Αμερικανούς να αποτραβηχτούν στον 38ο παράλληλο. Η επιμονή του Μακάρθουρ να μεταφέρει τον πόλεμο στην Κίνα προκαλεί την αντίδραση της πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ και την αντικατάστασή του από τον στρατηγό Ρίτζγουεϊ τον Απρίλιο του 1951. Από τις αρχές του 1951 αρχίζει να επιχειρεί και το Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα.
- Απρίλιος 1951 - 27 Ιουλίου 1953: Έπειτα από πέντε μηνών σκληρές μάχες, το μέτωπο σταθεροποιείται στον 38ο παράλληλο, γεγονός που επέτρεψε στην έναρξη διαπραγματεύσεων ειρήνευσης και την υπογραφή ανακωχής στις 27 Ιουλίου 1953.
Οι συνολικές απώλειες και των δύο στρατοπέδων έφθασαν τα 2 εκατομμύρια ψυχές, ενώ κάποιοι αναλυτές τις ανεβάζουν σε 4 εκατομμύρια. Στο πεδίο της μάχης έχασαν τη ζωή τους περίπου 100.000 άνδρες των Νοτιοκορεατών και των Συμμάχων τους και 280.000 τραυματίστηκαν, ενώ για τους Βορειοκορεάτες και τους Συμμάχους τους οι νεκροί ξεπέρασαν τους 400.000 και οι τραυματίες τους 486.000.
Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, με 187 νεκρούς και 614 τραυματίες.
Παρά τη μεγάλη της διάρκεια και τις ισχυρές δυνάμεις που ενεπλάκησαν, η σύρραξη αυτή, που έγινε σε μια περίοδο κορύφωσης του Ψυχρού Πολέμου, είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας «περιορισμένης σύρραξης». Στην πραγματικότητα ήταν μια έμμεση αναμέτρηση Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ.
Ο Πόλεμος της Κορέας έληξε σήμερα, 27/4/2018, με την υπογραφή κοινής δήλωσης ανάμεσα στους ηγέτες της Βορείου και Νοτίου Κορέας, μετά από 65 χρόνια συγκρούσεων και διενέξεων.
Πηγή:sansimera